μπίγα

μπίγα
η
1. γερανός, βίντζι
2. είδος βυθοκόρου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • φορτωτήρας — ο, Ν 1. ναυτ. μηχάνημα στερεωμένο στο κατάστρωμα ή στα κατάρτια τού πλοίου, με το οποίο φορτοεκφορτώνονται εμπορεύματα, βαρούλκο ή γερανός, κν. βίντσι ή μπίγα 2. ξύλο, διχαλωτό στην άκρη, που βοηθάει στη φόρτωση ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φορτώνω +… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • φορτωτήρα — η 1. συσκευή (συγκρότημα οργάνων) σε πλοίο, με την οποία φορτώνονται και ξεφορτώνονται εμπορεύματα, γερανός, βαρούλκο, μπίγα, βίντσι. 2. διχαλωτό ξύλο στερεό και μακρουλό, που υποβοηθεί τη φόρτωση των ζώων, στήριγμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”